15 Σεπτεμβρίου 2012

Επιβράβευση και τιμωρία στο Δημόσιο.

Άρθρο στην εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 8-9-2012. 

Επιβράβευση και τιμωρία στο Δημόσιο 

Του Γιώργου Σταυρόπουλου *

Η ένταση της οικονομικής κρίσης που τόσα έντονα βιώνουμε στις μέρες μας, μας κάνει να μη δίνουμε την προσήκουσα προσοχή σε άλλες μορφές κρίσης, όπως η κρίση στη λειτουργία της κρατικής μηχανής, παρά μόνο στον βαθμό που η τελευταία προκαλεί εμφανείς οικονομικές επιπτώσεις. Η λειτουργία όμως του κράτους στη Δημοκρατία δε στοχεύει αποκλειστικά στην οικονομική ευημερία των πολιτών, αλλά υπηρετεί και άλλες σημαντικές αξίες, όπως η ισότητα, η αξιοκρατία, η ανάπτυξη της προσωπικότητας του κάθε προσώπου, η πρόοδος, γενικότερα, σε συνθήκες κοινωνικής συνοχής και νομιμότητας.


Η Δημόσια Διοίκηση αποβλέπει εκ προοιμίου στην εξυπηρέτηση αυτών των αξιών. Οφείλει όμως να λειτουργεί χρησιμοποιώντας τις υπηρεσίες ανθρώπων, των υπαλλήλων της, που αυτοί κινούν κατά βάση, για τις καθημερινές υποθέσεις, τις πεπαλαιωμένες μηχανές της. Με ποια διάθεση όμως οι δημόσιοι υπάλληλοι θα υπηρετήσουν τον πολίτη, όταν οι υπηρεσιακές μονάδες, στις οποίες υπηρετούν, διευθύνονται από πρόσωπα που συχνά δεν καταλαμβάνουν τις αντίστοιχες θέσεις με την αξία τους, αλλά με πλάγιους τρόπους, ή όταν, ακόμη χειρότερα, διαπιστώνουν, με βαθιά απογοήτευση, ότι αρκετοί διεφθαρμένοι συνάδελφοί τους δεν υφίστανται κυρώσεις για την παράνομη δραστηριότητά τους; Με ποιο κέφι, κάτω από αυτές τις συνθήκες, και υπό τη διαρκή οικονομική πίεση των διαρκώς μειούμενων αποδοχών του, μπορεί να εργαστεί ο δημόσιος υπάλληλος στις μέρες μας;

Ισως οι παραπάνω διαπιστώσεις να είναι, λίγο πολύ, γνωστές, εκείνο όμως που πολλοί δεν γνωρίζουν είναι ότι για την ανατροπή της παραπάνω κατάστασης δεν απαιτείται η λήψη κανενός νομοθετικού μέτρου! Μπορεί αυτό να ακούγεται παράδοξο σε μια χώρα, στην οποία πολλοί θεωρούν ότι, με την ψήφιση ενός νόμου, συντελείται άμεσα, περίπου διά μαγείας, η επίλυση του οποιουδήποτε προβλήματος. Είναι γεγονός ότι οι υφιστάμενοι νόμοι, τόσο ως προς την επιλογή προϊσταμένων στο Δημόσιο, όσο και ως προς την τιμωρία των παρανομούντων υπαλλήλων, είναι εξαιρετικοί. Μόνο που, κατά το μεγαλύτερο και σοβαρότερο μέρος τους, δεν εφαρμόζονται!

Οι πάγιες διατάξεις της υφιστάμενης νομοθεσίας καθιερώνουν ένα αξιόλογο, το καλύτερο από τα μέχρι τώρα ψηφισθέντα, σύστημα επιλογής προϊσταμένων στη Δημόσια Διοίκηση. Προβλέπουν όχι μόνο τη χρήση όλων των παραδοσιακών υπηρεσιακών στοιχείων του υπαλλήλου, αλλά και τη διενέργεια εσωτερικού διαγωνισμού και συνέντευξη ενώπιον αμερόληπτων συμβουλίων. Για τους ανωτάτους υπαλλήλους προβλέπεται συμβούλιο επιλογής που αποτελείται από μέλη του ΑΣΕΠ και τον Συνήγορο του Πολίτη (το ΕΙΣΕΠ), για τους άλλους υπαλλήλους συμβούλια επιλογής που θα συγκροτήσουν τρεις γενικοί διευθυντές που θα επιλεγούν από το ως άνω αμερόληπτο συμβούλιο. Αντί όμως να εφαρμόζονται οι εν λόγω πάγιες ρυθμίσεις, έτσι ώστε οι άξιοι υπάλληλοι να επιβραβεύονται με την κατάληψη των θέσεων ευθύνης στο Δημόσιο, λειτουργεί ακόμα το ατελές, από τη φύση του, μεταβατικό καθεστώς των μορίων, που μπορεί να είναι απρόσωπο, δεν προωθεί όμως αποφασιστικά την αξιοκρατία, αφού με αυτό δεν εξατομικεύονται οι ιδιαίτερες ικανότητες του κάθε συγκεκριμένου υπαλλήλου, γεγονός που οδηγεί συχνά σε κραυγαλέες επιλογές προϊσταμένων. Γιατί;

Από την άλλη πλευρά, ψηφίστηκε, σχετικά πρόσφατα, ένα άψογο νομοθέτημα για να μπορέσει επιτέλους να καταπολεμηθεί η πανθομολογούμενη διαφθορά στο Δημόσιο, με την επιβολή, με ταχείς ρυθμούς, σοβαρών ποινών από αμερόληπτα όργανα, στα οποία, μάλιστα, προεδρεύουν δικαστικοί λειτουργοί. Θα έπρεπε ήδη να είχαν αρχίσει να φαίνονται τα θετικά αποτελέσματα από τη νέα νομοθετική επιλογή, παρά τη λυσσώδη αντίδραση που αυτή προκάλεσε σ' εκείνους που διαχρονικά ευνοούνται από την ατιμωρησία. Ομως, ο νόμος εφαρμόζεται μόνο μερικώς, ενώ δεν έχουν καν συγκροτηθεί τα νέα πειθαρχικά συμβούλια, των οποίων οι πρόεδροι, δικαστές ή εισαγγελείς, αναμένεται να δείξουν ιδιαίτερο ζήλο για την τιμωρία συμπεριφορών που, συχνά, συνιστούν τόσο πειθαρχικά όσο και ποινικά, αδικήματα. Γιατί;

Ο νόμος αποτελεί την επίσημη έκφραση της λαϊκής βούλησης στη Δημοκρατία. Η μη εφαρμογή του αποτελεί την ύψιστη προσβολή της, καθώς και των αξιών που αυτή εκφράζει. Ας εκδηλωθεί, επιτέλους, η αναγκαία προς τούτο βούληση από κάθε αρμόδιο όργανο στην κυβέρνηση ή στη Δημόσια Διοίκηση.

* Ο κ. Γ. Σταυρόπουλος είναι επίτιμος αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, πρώην υπουργός.